- δεκαπενταριά
- ηπερίπου δεκαπέντε: Ήμασταν καμιά δεκαπενταριά στο πάρτι.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
δεκαπενταριά — η (σε συνεκφορά με την αντων. μια ή καμιά) δεκαπέντε περίπου … Dictionary of Greek